Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Δεκέμβριος, 2015

Nα ζεις, ν’ αγαπάς και να μαθαίνεις.

«Όταν γελάς, κινδυνεύεις να περάσεις για χαζός». Και τι μ’ αυτό; Οι χαζοί διασκεδάζουν πολύ. «Όταν κλαις, κινδυνεύεις να περάσεις για συναισθηματικός». Μ’ αρέσει. Τα δάκρυα βοηθάνε.

Το ταξίδι.

Τα καράβια μας πατέρα ξεκίνησαν πριν την αυγή, γεμάτα όνειρα κι' ελπίδες. Τα βλέμματα μας στις πυξίδες μη χάσουμε το δρόμο. Ήσουν καλός καπετάνιος, κι' άντεξε το καράβι σου στις χαλασιές. Όμως πατέρα, στο τέλος του ταξιδιού έστεκε ο θάνατος, σ' αγκάλιασε σαν παλιόφιλος, σε φίλησε, κι' εσύ του χαμογέλασες, κι' είπες πως τον περίμενες. Γιατί ήξερες πατέρα, πως η πυξίδα της ζωής έχει για βόρειο πόλο το θάνατο. Στίχοι για το τραγούδι  Ταξίδι σε στίχους  Θεόδωρος Δαλάκογλου.

Η Σονάτα του Σεληνόφωτος(απόσπασμα).

[Ανοιξιάτικο βράδι. Μεγάλο δωμάτιο παλιού σπιτιού. Μια ηλικιωμένη γυναίκα, ντυμένη στα μαύρα, μιλάει σ’ έναν νέο. Δεν έχουν ανάψει φως. Απ’ τα δυο παράθυρα μπαίνει ένα αμείλικτο φεγγαρόφωτο. Ξέχασα να πω ότι η Γυναίκα με τα Μαύρα έχει εκδώσει δυο-τρεις ενδιαφέρουσες ποιητικές συλλογές θρησκευτικής πνοής. Λοιπόν, η Γυναίκα με τα Μαύρα μιλάει στον Νέο]:

Οι δύο πέτρες.

Έχω μια πέτρα στο λαιμό μου, βράχο μεγάλο, πάνω του σκάβω λόγια, ονόματα τόπους. Χάρτες, διαδρομές. Τρίβω, σπάω το αλάτι, βλέπω το χρώμα της αυγής, νιώθω το αγιάζι της νύχτας.

«Ο πατέρας δεν πίνει στους ουρανούς».

Χθες είδα πάλι στον ύπνο μου τον πατέρα . Καθόμασταν οι δυο μας σ’ ένα τραπέζι με καρό τραπεζομάντιλο. Κάποιος μας έφερε δυο ποτηράκια και κρασί. – Είσαι καλά; Του λέω. - Καλά, καλά, και μου ‘πιασε το χέρι. – Άντε, στην υγειά σου, είπε. Σήκωσε το ποτήρι, τσούγκρισε και το άφησε πάνω στο τραπέζι. – Δεν πίνεις; Ρώτησα. – Εσύ να πιεις, απάντησε. Εγώ δε θέλω να ξεχάσω       Γιάννης Βαρβέρης

Προς την μητέρα μου.

Μάννα μου, εγώ ’μαι τ’ άμοιρο, το σκοτεινό τρυγόνι  όπου το δέρνει ο άνεμος, βροχή που το πληγώνει. Το δόλιο! όπου κι αν στραφεί κι απ όπου κι αν περάσει, δε βρίσκει πέτρα να σταθεί κλωνάρι να πλαγιάσει.